ἀνακυκλούμενα

ἀνακυκλούμενα
ἀνακυκλέω
turn round again
pres part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)
ἀνακυκλέω
turn round again
pres part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)
ἀνακυκλόομαι
pres part mp neut nom/voc/acc pl
ἀνακυκλόω
pres part mp neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἀνακυκλουμένας — ἀνακυκλουμένᾱς , ἀνακυκλέω turn round again pres part mp fem acc pl (attic epic doric) ἀνακυκλουμένᾱς , ἀνακυκλέω turn round again pres part mp fem gen sg (doric) ἀνακυκλουμένᾱς , ἀνακυκλέω turn round again pres part mp fem acc pl (attic epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κυπρίνος — (Cyprinus). Γένος τελεόστεων ψαριών των γλυκών νερών, της οικογένειας των κυπρινιδών, με κύριο αντιπρόσωπο το είδος Cyprinus carpio. Ο κ. πιθανότατα κατάγεται από την Ασία, απ’ όπου διαδόθηκε στη συνέχεια στην Ευρώπη και πιο πρόσφατα στις… …   Dictionary of Greek

  • κύπρινος — (Cyprinus). Γένος τελεόστεων ψαριών των γλυκών νερών, της οικογένειας των κυπρινιδών, με κύριο αντιπρόσωπο το είδος Cyprinus carpio. Ο κ. πιθανότατα κατάγεται από την Ασία, απ’ όπου διαδόθηκε στη συνέχεια στην Ευρώπη και πιο πρόσφατα στις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”